Οστεοπόρωση

Η οστεοπόρωση είναι μια γενικευμένη νόσος του σκελετού που χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική μάζα και διαταραχή της φυσιολογικής αρχιτεκτονικής των οστών, καθιστώντας τα εύθραυστα και επομένως επιρρεπή σε αναίτια κατάγματα χαμηλής βίας. Με άλλα λόγια η οστεοπόρωση μπορεί να προκαλέσει το σπάσιμο ενός οστού μετά από μια απλή πτώση ή ακόμα και με το βήχα ή το φτάρνισμα σε πιο προχωρημένες περιπτώσεις.

Ιατρείο Οστεοπόρωσης

Ποιοι εμφανίζουν συχνότερα οστεοπόρωση;

Η οστεοπόρωση αφορά το 50% των γυναικών άνω των 45 ετών και το 90% εκείνων που είναι άνω των 75 ετών, ενώ εμφανίζεται και στον ανδρικό πληθυσμό. Επίσης, μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν τα άτομα της λευκής φυλής, καθώς και όσοι έχουν έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση οστεοπορωτικών καταγμάτων.

Πώς μπορεί να διαγνωσθεί η οστεοπόρωση;

Η εξέταση εκλογής για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης και για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας είναι η μέτρηση της οστικής πυκνότητας με τη μέθοδο DEXA η οποία πραγματοποιείται στη σπονδυλική στήλη και στο ισχίο. Επιπροσθέτως πραγματοποιείται και ένας βιοχημικός έλεγχος εκτίμησης του οστικού μεταβολισμού με εξετάσεις αίματος και ούρων και συνήθως συμπληρώνεται με ακτινολογικό έλεγχο της σπονδυλικής στήλης.

Ιατρείο Οστεοπόρωσης

Έχει συμπτώματα η οστεοπόρωση;

Η οστεοπόρωση αποκαλείται και σιωπηλή νόσος, καθώς συνήθως το πρώτο σύμπτωμά της είναι η εμφάνιση ενός οστεοπορωτικού κατάγματος. Γι’ αυτό το λόγο είναι πολύ σημαντική η έγκαιρη διάγνωση και η αντιμετώπισή της. Επίσης, η απώλεια ύψους, ή η εμφάνιση κύφωσης (καμπούρας) στη ράχη δεν θα πρέπει να αγνοούνται, καθώς μπορεί να είναι εκδηλώσεις οστεοπορωτικών καταγμάτων στη σπονδυλική στήλη που απαιτούν περαιτέρω ιατρικό έλεγχο.

Η οστεοπόρωση είναι γυναικεία πάθηση;

Αν και παλαιότερα υπήρχε η πεποίθηση ότι η οστεοπόρωση είναι μια πάθηση που αφορά αποκλειστικά γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, πράγμα που εξακολουθεί εσφαλμένα να πιστεύεται από αρκετούς ακόμη και σήμερα, εντούτοις έχει αποδειχθεί πλέον ότι και οι άνδρες διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης χαμηλής οστικής μάζας και οστεοπορωτικών καταγμάτων. Συγκριτικά πάντως με τις γυναίκες ο κίνδυνος αυτός εμφανίζεται περίπου 10 χρόνια αργότερα, ενώ παράλληλα η ανδρική οστεοπόρωση μπορεί σε μεγαλύτερη συχνότητα να είναι δευτεροπαθής, να οφείλεται δηλαδή σε μία άλλη συνυπάρχουσα πάθηση.

Ιατρείο Οστεοπόρωσης

Πώς αντιμετωπίζεται η οστεοπόρωση;

  • Η θεραπεία της οστεοπόρωσης περιλαμβάνει φαρμακευτικά μέσα με τη χορήγηση
  • ειδικών φαρμάκων με βάση την ύπαρξη συγκεκριμένων ενδείξεων χορήγησης, αλλά
  • και μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων που περιλαμβάνουν άσκηση, διατροφή με
  • επαρκή πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D, περιορισμό της πρόσληψης αλατιού,
  • κατανάλωσης καφέ και αλκοόλ, καθώς και διακοπή του καπνίσματος.

Ποια οστά κινδυνεύουν περισσότερο από οστεοπορωτικά κατάγματα;

Τα πιο συχνά οστεοπορωτικά κατάγματα εμφανίζονται:

  • στο ισχίο
  • στη σπονδυλική στήλη
  • στον καρπό
  • στο άνω άκρο του βραχιονίου οστού (ώμος)
  • σε μικρότερη συχνότητα στα υπόλοιπα οστά

Ποιοι είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση;

  • Ηλικία άνω των 70 ετών
  • Στις γυναίκες, και συνήθως κατά τα πρώτα 10 έτη μετά την εμμηνόπαυση, αυξάνεται σημαντικά η ταχύτητα απώλειας της οστικής μάζας.
  • Ιστορικό προηγούμενου κατάγματος χαμηλής ενέργειας (πτώση από το ύψος ορθίου ή χαμηλότερο). Σύμφωνα με μελέτες, αν ένας/μία ασθενής έχει υποστεί ένα ή περισσότερα κατάγματα χαμηλής βίας στο παρελθόν, η πιθανότητα ενός νέου οστεοπορωτικού κατάγματος πολλαπλασιάζεται κατά δύο έως δέκα φορες.
  • Το ιστορικό κατάγματος ισχίου σε γονέα και ειδικά στη μητέρα αποτελεί πολύ σοβαρό προδιαθεσικό παράγοντα κινδύνου για την κόρη.
  • Η λήψη κορτιζόνης (όπως για παράδειγμα για την αντιμετώπιση αυτοάνοσων νοσημάτων) επιβαρύνει την οστική πυκνότητα, αλλά και τη μηχανική αντοχή των οστών. Ως κρίσιμο κατώτατο όριο δοσολογίας θεωρείται η λήψη τουλάχιστον 5mg πρεδνιζολόνης καθημερινά για τουλάχιστον 3 μήνες, ακόμα και αν η αγωγή αυτή έχει πραγματοποιηθεί στο παρελθόν και πλέον δε συνεχίζεται.
  • Το κάπνισμα επηρεάζει την οστική παραγωγή με αποτέλεσμα την αύξηση του κινδύνου για οστεοπορωτικά κατάγματα. Στο σημείο αυτό δεν θα πρέπει να αγνοηθεί η αντίστοιχη επιβαρυντική επίδραση και του παθητικού καπνίσματος.
  • Κατάχρηση οινοπνεύματος (3 ή περισσότερες μονάδες οινοπνεύματος ημερησίως)
  • Χαμηλή οστική πυκνότητα η οποία μπορεί να μετρηθεί με τη μέθοδο DEXA
  • Συχνές πτώσεις. Είναι προφανές ότι άτομα με διαταραχές της ισορροπίας ή της όρασης διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κατάγματος.
  • Συνύπαρξη παθήσεων που προκαλούν δευτεροπαθή οστεοπόρωση, όπως ενδοκρινικά νοσήματα (πχ υπερθυρεοειδισμός), ρευματολογικά νοσήματα, φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, σύνδρομα δυσαπορρόφησης, αιματολογικά νοσήματα, ορμονικές θεραπείες για καρκίνο του μαστού ή του προστάτη, μακροχρόνια ακινητοποίηση κ.α.